Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὕλαγμα
ὑλαγμός
ὑλαγωγέω
ὑλαγωγός
ὑλάδια
ὑλάζομαι
ὑλαῖος
ὑλακή
ὑλακόεις
ὑλακόμωρος
ὑλακτέω
ὑλακτητής
ὑλακτικός
ὑλασία
ὑλάστρια
ὑλάω
ὑλειώτης
ὑλέτης
ὑλεύς
Ὕλη
ὕλη
View word page
ὑλακτέω
to bark, bay, howl
ShortDef
to bark, bay, howl
Debugging
Headword:
ὑλακτέω
Headword (normalized):
ὑλακτέω
Headword (normalized/stripped):
υλακτεω
IDX:
90167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90168
Key:
Data
{'content': 'to bark, bay, howl'}