Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

υἱοθεσία
υἱοθετέω
υἱόθετος
υἱόθρεπτος
υἱοποιέομαι
υἱοποίητος
υἱοποιία
υἱός
υἱόω
υἷς
ὑϊσμός
υἱωνός
ὑκερός
ὕκης
ὔκιστρον
Ὕκκαρα
Ὑκκαρικός
ὑκοσκάπτω
ὕλα
ὕλαγμα
ὑλαγμός
View word page
ὑϊσμός
squealing

ShortDef

squealing

Debugging

Headword:
ὑϊσμός
Headword (normalized):
ὑϊσμός
Headword (normalized/stripped):
υισμος
IDX:
90148
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90149
Key:

Data

{'content': 'squealing'}