Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὕθλος
υἷ
ὑϊδῆ
ὑΐδιον
ὑΐδιον2
ὑϊδοῦς
ὑΐζω
υἱιδεύς
ὑϊκός
υἱοθεσία
υἱοθετέω
υἱόθετος
υἱόθρεπτος
υἱοποιέομαι
υἱοποίητος
υἱοποιία
υἱός
υἱόω
υἷς
ὑϊσμός
υἱωνός
View word page
υἱοθετέω
adopt as a son

ShortDef

adopt as a son

Debugging

Headword:
υἱοθετέω
Headword (normalized):
υἱοθετέω
Headword (normalized/stripped):
υιοθετεω
IDX:
90139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90140
Key:

Data

{'content': 'adopt as a son'}