Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὕδρος
ὑδροσεληνίτης
ὑδροσκοπέω
ὑδροσκοπία
ὑδροσκοπική
ὑδροσκοπικόν
ὑδρόσκοπος
ὑδροσπάταλος
ὑδρόσπονδα
ὑδροστάσιμος
ὑδροστάσιον
ὑδροστατέομαι
ὑδροστάτης
ὑδροστόλος
ὑδρότης
Ὑδροῦς
ὑδροφάντης
ὑδροφοβία
ὑδροφοβιάω
ὑδροφοβικός
ὑδροφόβος
View word page
ὑδροστάσιον
standing water, pond, pool

ShortDef

standing water, pond, pool

Debugging

Headword:
ὑδροστάσιον
Headword (normalized):
ὑδροστάσιον
Headword (normalized/stripped):
υδροστασιον
IDX:
90067
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90068
Key:

Data

{'content': 'standing water, pond, pool'}