Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑδροποσία
ὑδροποτέω
ὑδροπότης
ὑδρορόδινον
ὑδροροσᾶτον
ὑδρορρόα
ὕδρος
ὑδροσεληνίτης
ὑδροσκοπέω
ὑδροσκοπία
ὑδροσκοπική
ὑδροσκοπικόν
ὑδρόσκοπος
ὑδροσπάταλος
ὑδρόσπονδα
ὑδροστάσιμος
ὑδροστάσιον
ὑδροστατέομαι
ὑδροστάτης
ὑδροστόλος
ὑδρότης
View word page
ὑδροσκοπική
the art of finding water, wellsinking

ShortDef

the art of finding water, wellsinking

Debugging

Headword:
ὑδροσκοπική
Headword (normalized):
ὑδροσκοπική
Headword (normalized/stripped):
υδροσκοπικη
IDX:
90061
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90062
Key:

Data

{'content': 'the art of finding water, wellsinking'}