Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑδροκόμιον
ὑδροκόμος
ὑδρολάπαθον
ὑδρολόγιον
ὑδρομαντεία
ὑδρόμαντις
ὑδρομαστευτική
Ὑδρομέδουσα
ὑδρομέδουσα
ὑδρομέλαθρος
ὑδρόμελι
ὑδρομέτριον
ὑδρόμηλον
ὑδρομιγής
ὑδρόμφαλον
ὑδρόμφαλος
ὑδρονομέομαι
ὑδροπαγής
ὑδροπάροχος
ὑδροπέπερι
ὑδροπλασμός
View word page
ὑδρόμελι
hydromel

ShortDef

hydromel

Debugging

Headword:
ὑδρόμελι
Headword (normalized):
ὑδρόμελι
Headword (normalized/stripped):
υδρομελι
IDX:
90038
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90039
Key:

Data

{'content': 'hydromel'}