Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑδρογονικός
ὑδροδοχεῖον
ὑδροδόχος
ὑδροδρόμος
ὑδροειδής
ὑδρόεις
ὑδροθήκη
ὑδροθήρας
ὑδροθηρία
ὑδροθηρικός
ὑδροκέφαλον
ὑδροκήλη
ὑδροκηλικός
ὑδροκιρνάω
ὑδροκιρσοκήλη
ὑδροκόμιον
ὑδροκόμος
ὑδρολάπαθον
ὑδρολόγιον
ὑδρομαντεία
ὑδρόμαντις
View word page
ὑδροκέφαλον
water in the head, hydrocephalus
ShortDef
water in the head, hydrocephalus
Debugging
Headword:
ὑδροκέφαλον
Headword (normalized):
ὑδροκέφαλον
Headword (normalized/stripped):
υδροκεφαλον
IDX:
90023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90024
Key:
Data
{'content': 'water in the head, hydrocephalus'}