Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑδρογνώμων
ὑδρογονικός
ὑδροδοχεῖον
ὑδροδόχος
ὑδροδρόμος
ὑδροειδής
ὑδρόεις
ὑδροθήκη
ὑδροθήρας
ὑδροθηρία
ὑδροθηρικός
ὑδροκέφαλον
ὑδροκήλη
ὑδροκηλικός
ὑδροκιρνάω
ὑδροκιρσοκήλη
ὑδροκόμιον
ὑδροκόμος
ὑδρολάπαθον
ὑδρολόγιον
ὑδρομαντεία
View word page
ὑδροθηρικός
of or for fishing

ShortDef

of or for fishing

Debugging

Headword:
ὑδροθηρικός
Headword (normalized):
ὑδροθηρικός
Headword (normalized/stripped):
υδροθηρικος
IDX:
90022
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90023
Key:

Data

{'content': 'of or for fishing'}