Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὕδρευμα
ὕδρευσις
ὑδρευτής
ὑδρευτικός
ὑδρεύω
ὑδρηγός
ὑδρηλός
ὑδρήχοος
ὑδρία
ὑδριάς
ὑδριαφόρος
ὑδρίον
ὕδριος
ὑδροβαφής
ὑδροβόλος
ὑδρόγαρον
ὑδρογάστωρ
ὑδρογνώμων
ὑδρογονικός
ὑδροδοχεῖον
ὑδροδόχος
View word page
ὑδριαφόρος
pitchercarrier
ShortDef
pitchercarrier
Debugging
Headword:
ὑδριαφόρος
Headword (normalized):
ὑδριαφόρος
Headword (normalized/stripped):
υδριαφορος
IDX:
90005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-90006
Key:
Data
{'content': 'pitchercarrier'}