Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑδραγώγιον
ὑδραγωγός
ὑδραίνω
ὑδραῖος
ὑδραλέτης
ὑδραλετικός
ὑδράλμη
ὑδράνα
ὑδραντικός
ὑδραργυρίζω
ὑδράργυρος
ὑδράστινα
ὑδραύλης
ὕδραυλις
ὕδραυλος
ὑδρεία
ὑδρεῖον
ὑδρεκδοχεῖον
ὑδρέλαιον
ὑδρεντεροκήλη
ὕδρευμα
View word page
ὑδράργυρος
quicksilver
ShortDef
quicksilver
Debugging
Headword:
ὑδράργυρος
Headword (normalized):
ὑδράργυρος
Headword (normalized/stripped):
υδραργυρος
IDX:
89985
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89986
Key:
Data
{'content': 'quicksilver'}