Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ὕδη
ὕδιον
ὑδνέω
ὕδνον
ὑδνόφυλλον
ὑδογενής
ὕδρα
ὑδραγωγέω
ὑδραγωγία
ὑδραγώγιον
ὑδραγωγός
ὑδραίνω
ὑδραῖος
ὑδραλέτης
ὑδραλετικός
ὑδράλμη
ὑδράνα
ὑδραντικός
ὑδραργυρίζω
ὑδράργυρος
ὑδράστινα
View word page
ὑδραγωγός
bringing water
ShortDef
bringing water
Debugging
Headword:
ὑδραγωγός
Headword (normalized):
ὑδραγωγός
Headword (normalized/stripped):
υδραγωγος
IDX:
89976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89977
Key:
Data
{'content': 'bringing water'}