Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑγρόσαρκος
ὑγροσκελής
ὑγρόσπερμος
ὑγρότης
ὑγροτόκος
ὑγροτράχηλος
ὑγροτροφικός
ὑγροφανής
ὑγρόφθαλμος
ὑγρόφθογγος
ὑγρόφλοιος
ὑγροφόρητος
ὑγροφυής
ὑγροχίτων
ὑγρόχρως
ὑγρόχυτος
ὑγρώσσω
ὑδαλέος
ὑδαρής
ὑδαρός
ὑδασιστεγής
View word page
ὑγρόφλοιος
with moist, soft rind

ShortDef

with moist, soft rind

Debugging

Headword:
ὑγρόφλοιος
Headword (normalized):
ὑγρόφλοιος
Headword (normalized/stripped):
υγροφλοιος
IDX:
89918
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89919
Key:

Data

{'content': 'with moist, soft rind'}