Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑγρόμυρον
ὑγρόνομος
ὑγρόνοος
ὑγροπαγής
ὑγροπερίβολος
ὑγρόπισσον
ὑγροποιέω
ὑγροποιός
ὑγροπορέω
ὑγροπυρινόψυχρος
ὑγρορροέω
ὑγρός
ὑγρόσαρκος
ὑγροσκελής
ὑγρόσπερμος
ὑγρότης
ὑγροτόκος
ὑγροτράχηλος
ὑγροτροφικός
ὑγροφανής
ὑγρόφθαλμος
View word page
ὑγρορροέω
to be liquid
ShortDef
to be liquid
Debugging
Headword:
ὑγρορροέω
Headword (normalized):
ὑγρορροέω
Headword (normalized/stripped):
υγρορροεω
IDX:
89906
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89907
Key:
Data
{'content': 'to be liquid'}