Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀντιπαραινέω
ἀντιπαραιτέομαι
ἀντιπαρακαλέω
ἀντιπαράκειμαι
ἀντιπαρακελεύομαι
ἀντιπαράκλησις
ἀντιπαράκρισις
ἀντιπαραλαμβάνω
ἀντιπαραλλάσσω
ἀντιπαραλυπέω
ἀντιπαραπέμπομαι
ἀντιπαραπήγνυμι
ἀντιπαραπλέω
ἀντιπαραπορεύομαι
ἀντιπαρασκευάζομαι
ἀντιπαρασκευή
ἀντιπαράστασις
ἀντιπαραστρατοπεδεύω
ἀντιπαράταξις
ἀντιπαρατάσσομαι
ἀντιπαρατείνω
View word page
ἀντιπαραπέμπομαι
to be cheered on one's way

ShortDef

to be cheered on one's way

Debugging

Headword:
ἀντιπαραπέμπομαι
Headword (normalized):
ἀντιπαραπέμπομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιπαραπεμπομαι
IDX:
8989
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8990
Key:

Data

{'content': "to be cheered on one's way"}