Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὑγιοποιέω
ὑγιόπους
ὑγιότης
ὑγράζω
ὑγραίνω
ὕγρανσις
ὑγραντέον
ὑγραντικός
ὑγρασία
ὑγρέμπλαστρον
ὑγροβατέω
ὑγροβατικός
ὑγροβαφής
ὑγρόβηξ
ὑγρόβιος
ὑγροβόλος
ὑγρογέλως
ὑγρόγονος
ὑγρόδρυα
ὑγροθηρική
ὑγροκέλευθος
View word page
ὑγροβατέω
move in the water, move softly, flowingly

ShortDef

move in the water, move softly, flowingly

Debugging

Headword:
ὑγροβατέω
Headword (normalized):
ὑγροβατέω
Headword (normalized/stripped):
υγροβατεω
IDX:
89876
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89877
Key:

Data

{'content': 'move in the water, move softly, flowingly'}