Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑγιεινός
ὑγιηρός
ὑγιής
ὑγιοζυγία
ὑγιοποιέω
ὑγιόπους
ὑγιότης
ὑγράζω
ὑγραίνω
ὕγρανσις
ὑγραντέον
ὑγραντικός
ὑγρασία
ὑγρέμπλαστρον
ὑγροβατέω
ὑγροβατικός
ὑγροβαφής
ὑγρόβηξ
ὑγρόβιος
ὑγροβόλος
ὑγρογέλως
View word page
ὑγραντέον
one must moisten
ShortDef
one must moisten
Debugging
Headword:
ὑγραντέον
Headword (normalized):
ὑγραντέον
Headword (normalized/stripped):
υγραντεον
IDX:
89872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89873
Key:
Data
{'content': 'one must moisten'}