Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑβρίζω
ὑβριοπαθέω
ὑβρίς
ὕβρις
ὕβρισμα
ὑβριστέος
ὑβριστής
ὑβριστικός
ὑβριστοδίκαι
ὕβριστος
ὕβωμα
ὕβωσις
ὕγειος
ὑγιάζω
ὑγιαίνω
ὑγίανσις
ὑγίασμα
ὑγιαστήριον
ὑγιαστικός
ὑγιαστός
ὑγιάτης
View word page
ὕβωμα
hump
ShortDef
hump
Debugging
Headword:
ὕβωμα
Headword (normalized):
ὕβωμα
Headword (normalized/stripped):
υβωμα
IDX:
89850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89851
Key:
Data
{'content': 'hump'}