Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὑαλῶπις
ὑβάζω
ὑβόομαι
ὗβος
ὑβός
ὑβρίγελως
ὑβρίζω
ὑβριοπαθέω
ὑβρίς
ὕβρις
ὕβρισμα
ὑβριστέος
ὑβριστής
ὑβριστικός
ὑβριστοδίκαι
ὕβριστος
ὕβωμα
ὕβωσις
ὕγειος
ὑγιάζω
ὑγιαίνω
View word page
ὕβρισμα
a wanton
ShortDef
a wanton
Debugging
Headword:
ὕβρισμα
Headword (normalized):
ὕβρισμα
Headword (normalized/stripped):
υβρισμα
IDX:
89844
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89845
Key:
Data
{'content': 'a wanton'}