Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τυφώς
τύφωσις
τύχα
τυχαῖος
τύχεια
τύχη
τυχηρός
τυχικός
τυχιμαίως
τυχόντως
τύψις
τῶ
τῷ
τωθάζω
τώθασμα
τωθασμός
τωθαστής
τωθαστικός
τώς
ὗ
υ
View word page
τύψις
beating
ShortDef
beating
Debugging
Headword:
τύψις
Headword (normalized):
τύψις
Headword (normalized/stripped):
τυψις
IDX:
89791
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89792
Key:
Data
{'content': 'beating'}