Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Τυφῶν
τυφωνικός
Τυφώνιος
τυφωνοειδῶς
τυφώς
τύφωσις
τύχα
τυχαῖος
τύχεια
τύχη
τυχηρός
τυχικός
τυχιμαίως
τυχόντως
τύψις
τῶ
τῷ
τωθάζω
τώθασμα
τωθασμός
τωθαστής
View word page
τυχηρός
lucky, fortunate

ShortDef

lucky, fortunate

Debugging

Headword:
τυχηρός
Headword (normalized):
τυχηρός
Headword (normalized/stripped):
τυχηρος
IDX:
89787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89788
Key:

Data

{'content': 'lucky, fortunate'}