Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τυφλοφόρος
τυφλόω
τύφλωσις
τυφλώττω
τυφλώψ
τυφογέρων
τυφομανία
τυφοπλαστέω
τυφοπλάστης
τυφοποιέω
τῦφος
τυφόω
τύφω
τυφώδης
Τυφωεύς
Τυφῶν
τυφωνικός
Τυφώνιος
τυφωνοειδῶς
τυφώς
τύφωσις
View word page
τῦφος
smoke, vapour
ShortDef
smoke, vapour
Debugging
Headword:
τῦφος
Headword (normalized):
τῦφος
Headword (normalized/stripped):
τυφος
IDX:
89772
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89773
Key:
Data
{'content': 'smoke, vapour'}