Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Τυρρηνικουργής
τυρρηνολέτης
Τυρρηνός
Τυρσηνία
Τυρσηνικός
Τυρσηνίς
Τυρσηνός
Τυρσηνός2
τύρσις
τυρώδης
τύρωσις
τυρωτός
τυτθός
τυτώ
τυφεδανός
τυφεδών
τυφήρης
τυφλάγκιστρον
τυφλίας
τυφλίνης
τυφλογενής
View word page
τύρωσις
cheese-making

ShortDef

cheese-making

Debugging

Headword:
τύρωσις
Headword (normalized):
τύρωσις
Headword (normalized/stripped):
τυρωσις
IDX:
89745
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89746
Key:

Data

{'content': 'cheese-making'}