Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τυρρηνίζω
Τυρρηνικός
Τυρρηνικουργής
τυρρηνολέτης
Τυρρηνός
Τυρσηνία
Τυρσηνικός
Τυρσηνίς
Τυρσηνός
Τυρσηνός2
τύρσις
τυρώδης
τύρωσις
τυρωτός
τυτθός
τυτώ
τυφεδανός
τυφεδών
τυφήρης
τυφλάγκιστρον
τυφλίας
View word page
τύρσις
a tower
ShortDef
a tower
Debugging
Headword:
τύρσις
Headword (normalized):
τύρσις
Headword (normalized/stripped):
τυρσις
IDX:
89743
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89744
Key:
Data
{'content': 'a tower'}