Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τυροτόμος
Τυροφάγος
τυροφάγος
τυροφορεῖον
τυροφόρος
τυρόω
τυρρηνίζω
Τυρρηνικός
Τυρρηνικουργής
τυρρηνολέτης
Τυρρηνός
Τυρσηνία
Τυρσηνικός
Τυρσηνίς
Τυρσηνός
Τυρσηνός2
τύρσις
τυρώδης
τύρωσις
τυρωτός
τυτθός
View word page
Τυρρηνός
Tyrrhenian

ShortDef

Tyrrhenian

Debugging

Headword:
Τυρρηνός
Headword (normalized):
τυρρηνός
Headword (normalized/stripped):
τυρρηνος
IDX:
89737
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89738
Key:

Data

{'content': 'Tyrrhenian'}