Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Τύρος
τυροτάριχος
τυροτόμος
Τυροφάγος
τυροφάγος
τυροφορεῖον
τυροφόρος
τυρόω
τυρρηνίζω
Τυρρηνικός
Τυρρηνικουργής
τυρρηνολέτης
Τυρρηνός
Τυρσηνία
Τυρσηνικός
Τυρσηνίς
Τυρσηνός
Τυρσηνός2
τύρσις
τυρώδης
τύρωσις
View word page
Τυρρηνικουργής
of Tyrrhenian

ShortDef

of Tyrrhenian

Debugging

Headword:
Τυρρηνικουργής
Headword (normalized):
τυρρηνικουργής
Headword (normalized/stripped):
τυρρηνικουργης
IDX:
89735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89736
Key:

Data

{'content': 'of Tyrrhenian'}