Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Τύριος
τυρίτης
τύρμα
τυρνες
τυροβόλιον
Τυρογλύφος
τυρόεις
τύροκλεψ
τυρόκνηστις
τυροκομεῖον
τυροκομέω
τυροκόσκινον
τυρόμαντις
τυρόνωτος
τυροξόος
τυροποιέω
τυροποιία
τυροποιικός
τυροποιός
τυροπρασία
τυροπωλέω
View word page
τυροκομέω
make cheese

ShortDef

make cheese

Debugging

Headword:
τυροκομέω
Headword (normalized):
τυροκομέω
Headword (normalized/stripped):
τυροκομεω
IDX:
89711
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89712
Key:

Data

{'content': 'make cheese'}