Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τύμβιος
τυμβίτης
τυμβογέρων
τυμβοποιός
τύμβος
τυμβοῦχος
τυμβοφάντης
τυμβοφόνος
τυμβοχοέω
τυμβοχόη
τυμβοχόος
τυμβόχωστος
τυμβόω
τυμβωρυχέω
τυμβωρυχία
τυμβωρύχος
τύμμα
τυμπανάριος
τυμπανεύς
τυμπανίας
τυμπανίζω
View word page
τυμβοχόος
throwing up a cairn

ShortDef

throwing up a cairn

Debugging

Headword:
τυμβοχόος
Headword (normalized):
τυμβοχόος
Headword (normalized/stripped):
τυμβοχοος
IDX:
89604
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89605
Key:

Data

{'content': 'throwing up a cairn'}