Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τυμβήρης
τυμβίδιος
τύμβιος
τυμβίτης
τυμβογέρων
τυμβοποιός
τύμβος
τυμβοῦχος
τυμβοφάντης
τυμβοφόνος
τυμβοχοέω
τυμβοχόη
τυμβοχόος
τυμβόχωστος
τυμβόω
τυμβωρυχέω
τυμβωρυχία
τυμβωρύχος
τύμμα
τυμπανάριος
τυμπανεύς
View word page
τυμβοχοέω
to throw up a cairn

ShortDef

to throw up a cairn

Debugging

Headword:
τυμβοχοέω
Headword (normalized):
τυμβοχοέω
Headword (normalized/stripped):
τυμβοχοεω
IDX:
89602
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89603
Key:

Data

{'content': 'to throw up a cairn'}