Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τυμβεία
τύμβειος
τύμβευμα
τυμβεύω
τυμβήρης
τυμβίδιος
τύμβιος
τυμβίτης
τυμβογέρων
τυμβοποιός
τύμβος
τυμβοῦχος
τυμβοφάντης
τυμβοφόνος
τυμβοχοέω
τυμβοχόη
τυμβοχόος
τυμβόχωστος
τυμβόω
τυμβωρυχέω
τυμβωρυχία
View word page
τύμβος
a sepulchral mound, cairn, barrow
ShortDef
a sepulchral mound, cairn, barrow
Debugging
Headword:
τύμβος
Headword (normalized):
τύμβος
Headword (normalized/stripped):
τυμβος
IDX:
89598
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89599
Key:
Data
{'content': 'a sepulchral mound, cairn, barrow'}