Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τύλωμα
τύλων
τύλωσις
τυλωτός
τυμβάς
τυμβαύλης
τυμβεία
τύμβειος
τύμβευμα
τυμβεύω
τυμβήρης
τυμβίδιος
τύμβιος
τυμβίτης
τυμβογέρων
τυμβοποιός
τύμβος
τυμβοῦχος
τυμβοφάντης
τυμβοφόνος
τυμβοχοέω
View word page
τυμβήρης
entombed

ShortDef

entombed

Debugging

Headword:
τυμβήρης
Headword (normalized):
τυμβήρης
Headword (normalized/stripped):
τυμβηρης
IDX:
89592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89593
Key:

Data

{'content': 'entombed'}