Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τυῖδε
τυκάνη
τύκη
τυκίζω
τύκισμα
τύκος
τυκτά
τυκτός
τυλάς
τύλη
τυληρός
τυλιγμός
τυλίον
τυλίσσω
τύλλος
τυλοειδής
τυλόεις
τυλοπλόκος
τυλοπροσκεφάλαιον
τύλος
τυλόω
View word page
τυληρός
callous
ShortDef
callous
Debugging
Headword:
τυληρός
Headword (normalized):
τυληρός
Headword (normalized/stripped):
τυληρος
IDX:
89569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89570
Key:
Data
{'content': 'callous'}