Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρῶσις
τρωσμός
τρωτέον
τρωτός
τρωχάω
τύβαρις
τυγχάνω
Τυδεΐδης
Τυδεύς
τυῖδε
τυκάνη
τύκη
τυκίζω
τύκισμα
τύκος
τυκτά
τυκτός
τυλάς
τύλη
τυληρός
τυλιγμός
View word page
τυκάνη
an instrument for threshing
ShortDef
an instrument for threshing
Debugging
Headword:
τυκάνη
Headword (normalized):
τυκάνη
Headword (normalized/stripped):
τυκανη
IDX:
89560
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89561
Key:
Data
{'content': 'an instrument for threshing'}