Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρυφερωδῶς
τρυφή
τρύφημα
τρυφητής
τρυφητικός
τρυφοκαλάσιρις
τρύφος
τρυχηρός
τρύχινος
τρυχίον
τρύχνος
τρῦχος
τρυχόω
τρύχω
τρύχωσις
τρύω
Τρῳαδεύς
τρωγάλια
τρωγάλιον
Τρωγίλιος
τρώγλη
View word page
τρύχνος
nightshade

ShortDef

nightshade

Debugging

Headword:
τρύχνος
Headword (normalized):
τρύχνος
Headword (normalized/stripped):
τρυχνος
IDX:
89512
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89513
Key:

Data

{'content': 'nightshade'}