Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρυγοσώματος
τρύγω
τρυγώδης
τρυγῳδία
τρυγῳδικός
τρυγῳδοποιομουσική
τρυγῳδός
τρυγών
τρύζω
τρυηλίς
τρυλίζω
τρυλισμός
τρῦμα
τρυμαλιά
τρύμη
τρύξ
τρύος
τρῦπα
τρυπαλώπηξ
τρυπανία
τρυπανίζω
View word page
τρυλίζω
gurgle

ShortDef

gurgle

Debugging

Headword:
τρυλίζω
Headword (normalized):
τρυλίζω
Headword (normalized/stripped):
τρυλιζω
IDX:
89459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89460
Key:

Data

{'content': 'gurgle'}