Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τροχίζω
τροχικός
τροχιλεία
τροχιλεῖον
τροχίλος
τροχιλώδης
τροχίμαλλον
τρόχιμος
τρόχιον
τροχιός
τρόχις
τροχίσκος
τρόχμαλος
τροχοδινέομαι
τροχοειδής
τροχόεις
τροχοκουράς
τροχοπαικτέω
τροχοπέδη
τροχοποιέω
τρόχος
View word page
τρόχις
a runner, messenger

ShortDef

a runner, messenger

Debugging

Headword:
τρόχις
Headword (normalized):
τρόχις
Headword (normalized/stripped):
τροχις
IDX:
89409
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89410
Key:

Data

{'content': 'a runner, messenger'}