Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τροχήλατος
τροχιά
τροχιάζω
τροχιαῖος
τροχιαμβικός
τροχίας
τροχίασμα
τροχίζω
τροχικός
τροχιλεία
τροχιλεῖον
τροχίλος
τροχιλώδης
τροχίμαλλον
τρόχιμος
τρόχιον
τροχιός
τρόχις
τροχίσκος
τρόχμαλος
τροχοδινέομαι
View word page
τροχιλεῖον
pulleyblock, pulley

ShortDef

pulleyblock, pulley

Debugging

Headword:
τροχιλεῖον
Headword (normalized):
τροχιλεῖον
Headword (normalized/stripped):
τροχιλειον
IDX:
89402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89403
Key:

Data

{'content': 'pulleyblock, pulley'}