Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τροχή
τροχηλασία
τροχηλατέω
τροχηλάτης
τροχήλατος
τροχιά
τροχιάζω
τροχιαῖος
τροχιαμβικός
τροχίας
τροχίασμα
τροχίζω
τροχικός
τροχιλεία
τροχιλεῖον
τροχίλος
τροχιλώδης
τροχίμαλλον
τρόχιμος
τρόχιον
τροχιός
View word page
τροχίασμα
wheel-work

ShortDef

wheel-work

Debugging

Headword:
τροχίασμα
Headword (normalized):
τροχίασμα
Headword (normalized/stripped):
τροχιασμα
IDX:
89398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89399
Key:

Data

{'content': 'wheel-work'}