Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τροχαστής
τροχάω
τροχειλέα
τροχελλέα
τροχερός
τροχεύομαι
τροχή
τροχηλασία
τροχηλατέω
τροχηλάτης
τροχήλατος
τροχιά
τροχιάζω
τροχιαῖος
τροχιαμβικός
τροχίας
τροχίασμα
τροχίζω
τροχικός
τροχιλεία
τροχιλεῖον
View word page
τροχήλατος
driven on wheels, wheel-drawn

ShortDef

driven on wheels, wheel-drawn

Debugging

Headword:
τροχήλατος
Headword (normalized):
τροχήλατος
Headword (normalized/stripped):
τροχηλατος
IDX:
89392
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89393
Key:

Data

{'content': 'driven on wheels, wheel-drawn'}