Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρόφιμος
τροφιμότης
τρόφιον
τρόφις
τροφῖτις
τροφιώδης
τροφόεις
τροφοποιός
τροφός
τροφοφορέω
τροφώ
τροφώδης
Τροφώνιος
τροχαδάριος
τροχάδην
τροχάδια
τροχάζω
τροχαϊκός
τροχαιοειδής
τροχαῖος
τροχαιοχόρειος
View word page
τροφώ
nurse
ShortDef
nurse
Debugging
Headword:
τροφώ
Headword (normalized):
τροφώ
Headword (normalized/stripped):
τροφω
IDX:
89364
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89365
Key:
Data
{'content': 'nurse'}