Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρομοποιός
τρόμος
τρομός
τρομώδης
τρόπα
τροπαία
τροπαϊκιαῖος
τροπαϊκόν
τρόπαιον
τροπαῖος
τροπαιοφορέω
τροπαιοφορία
τροπαιοφόρος
τρόπαλις
τροπέω
τροπή
τροπήϊον
τρόπηξ
τροπίας
τροπιδεῖον
τροπίζω
View word page
τροπαιοφορέω
triumph

ShortDef

triumph

Debugging

Headword:
τροπαιοφορέω
Headword (normalized):
τροπαιοφορέω
Headword (normalized/stripped):
τροπαιοφορεω
IDX:
89319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89320
Key:

Data

{'content': 'triumph'}