Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τριωνυμία
τριώνυμος
τριώνυχος
τριώριον
τριώροφος
τριώρυγος
τρίωτον
Τροία
Τροιζήν
Τροιζήνιος
Τροιζηνίς
Τροίζηνος
Τροίη
τρομαλεόφωνος
τρομερός
τρομέω
τρομητός
τρομικός
τρομοποιέω
τρομοποιός
τρόμος
View word page
Τροιζηνίς
of Troezen
ShortDef
of Troezen
Debugging
Headword:
Τροιζηνίς
Headword (normalized):
τροιζηνίς
Headword (normalized/stripped):
τροιζηνις
IDX:
89300
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89301
Key:
Data
{'content': 'of Troezen'}