Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριχόφοιτος
τριχοφορέω
τριχοφόρος
τριχοφυέω
τριχοφυής
τριχοφυΐα
τριχόφυλλος
τριχόω
τριχρονέω
τρίχρονος
τρίχροος
τρίχρυσον
τριχρώματος
τριχώδης
τρίχωμα
τρίχωρος
τριχῶς
τρίχωσις
τριχωτός
τριψημερέω
τρῖψις
View word page
τρίχροος
of three colours

ShortDef

of three colours

Debugging

Headword:
τρίχροος
Headword (normalized):
τρίχροος
Headword (normalized/stripped):
τριχροος
IDX:
89272
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89273
Key:

Data

{'content': 'of three colours'}