Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριχοτομέω2
τριχότονος
τριχοῦ
τρίχους
τριχόφοιτος
τριχοφορέω
τριχοφόρος
τριχοφυέω
τριχοφυής
τριχοφυΐα
τριχόφυλλος
τριχόω
τριχρονέω
τρίχρονος
τρίχροος
τρίχρυσον
τριχρώματος
τριχώδης
τρίχωμα
τρίχωρος
τριχῶς
View word page
τριχόφυλλος
with leaves like hairs

ShortDef

with leaves like hairs

Debugging

Headword:
τριχόφυλλος
Headword (normalized):
τριχόφυλλος
Headword (normalized/stripped):
τριχοφυλλος
IDX:
89268
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89269
Key:

Data

{'content': 'with leaves like hairs'}