Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τριχοειδής
τριχόθεν
τριχοίνικος
τριχοκοσμητής
τριχολάβιον
τριχολογέω
τριχόλωτος
τριχόμαλλος
τριχομανές
τριχοποιέω
τρίχορδος
τριχορία
τριχορρυέω
τριχορρυής
τριχοτομέω
τριχοτομέω2
τριχότονος
τριχοῦ
τρίχους
τριχόφοιτος
τριχοφορέω
View word page
τρίχορδος
of or with three strings

ShortDef

of or with three strings

Debugging

Headword:
τρίχορδος
Headword (normalized):
τρίχορδος
Headword (normalized/stripped):
τριχορδος
IDX:
89253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89254
Key:

Data

{'content': 'of or with three strings'}