Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρίχαλος
τρίχαπτος
τριχάρακτος
τριχάς
τριχαστός
τρίχειλος
τρίχειρ
τριχῆ
τριχθά
τριχθάδιος
τριχία
τριχίας
τριχίασις
τριχιάω
τρίχινος
τριχίς
τριχισμός
τριχόβρως
τριχόδεσμος
τριχοειδής
τριχόθεν
View word page
τριχία
rope

ShortDef

rope

Debugging

Headword:
τριχία
Headword (normalized):
τριχία
Headword (normalized/stripped):
τριχια
IDX:
89234
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89235
Key:

Data

{'content': 'rope'}