Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀντιμοιρέω
ἀντιμοιρία
ἀντιμολεῖν
ἀντίμολπος
ἀντίμορος
ἀντίμορφος
ἀντιμυκάομαι
ἀντιμυκτηρίζω
ἀντιναυπηγέω
ἀντινέμομαι
ἀντινεοποιός
ἀντινήχομαι
ἀντινικάω
Ἀντινόεια
ἀντινομέω
ἀντινομία
ἀντινομίζομαι
ἀντινομικός
ἀντινομοθετέω
Ἀντίνοος
ἀντίνοος
View word page
ἀντινεοποιός
deputy
ShortDef
deputy
Debugging
Headword:
ἀντινεοποιός
Headword (normalized):
ἀντινεοποιός
Headword (normalized/stripped):
αντινεοποιος
IDX:
8921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-8922
Key:
Data
{'content': 'deputy'}