Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Τριτοπατρῆς
τριτοπάτωρ
τρίτος
τριτόσπονδος
τριτόσπορος
τριτοστάτης
τρίτρα
τριττυαρχέω
τριττύαρχος
τριττύς
τριτῳδέομαι
Τρίτων
Τριτωνιάς
Τριτώνιος
Τριτωνίς
τριτωνίσκος
τριυίωνος
τριύφαντος
τριφαλαγγία
τριφάσιος
τρίφατος
View word page
τριτῳδέομαι
to be tertiary
ShortDef
to be tertiary
Debugging
Headword:
τριτῳδέομαι
Headword (normalized):
τριτῳδέομαι
Headword (normalized/stripped):
τριτωδεομαι
IDX:
89197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89198
Key:
Data
{'content': 'to be tertiary'}