Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
τρισώματος
τριταγωνιστέω
τριταγωνιστής
τριταΐζω
τριταϊκός
τριταιογενής
τριταῖος
τριταιοφυής
τριταλαντιαῖος
τριτάλαντος
τριτάλας
τριτάνυστος
τριταρτημόριον
τρίτατος
τριτάω
τριτεία
τριτεῖα
τρίτειχος
τρίτευμα
τριτεύς
τριτευτής
View word page
τριτάλας
thrice-wretched
ShortDef
thrice-wretched
Debugging
Headword:
τριτάλας
Headword (normalized):
τριτάλας
Headword (normalized/stripped):
τριταλας
IDX:
89162
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89163
Key:
Data
{'content': 'thrice-wretched'}