Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρισχιλιοστός
τρισχιλιοτρισμύριοι
τρισχιλιοφόρος
τρίσχιστος
τρίσχοινος
τρισώματος
τριταγωνιστέω
τριταγωνιστής
τριταΐζω
τριταϊκός
τριταιογενής
τριταῖος
τριταιοφυής
τριταλαντιαῖος
τριτάλαντος
τριτάλας
τριτάνυστος
τριταρτημόριον
τρίτατος
τριτάω
τριτεία
View word page
τριταιογενής
produced by tertian fever

ShortDef

produced by tertian fever

Debugging

Headword:
τριταιογενής
Headword (normalized):
τριταιογενής
Headword (normalized/stripped):
τριταιογενης
IDX:
89157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89158
Key:

Data

{'content': 'produced by tertian fever'}