Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

τρίσχημος
τρισχιδής
τρισχιλιέτης
τρισχίλιοι
τρισχιλιοστός
τρισχιλιοτρισμύριοι
τρισχιλιοφόρος
τρίσχιστος
τρίσχοινος
τρισώματος
τριταγωνιστέω
τριταγωνιστής
τριταΐζω
τριταϊκός
τριταιογενής
τριταῖος
τριταιοφυής
τριταλαντιαῖος
τριτάλαντος
τριτάλας
τριτάνυστος
View word page
τριταγωνιστέω
to be a τριταγωνιστής

ShortDef

to be a τριταγωνιστής

Debugging

Headword:
τριταγωνιστέω
Headword (normalized):
τριταγωνιστέω
Headword (normalized/stripped):
τριταγωνιστεω
IDX:
89153
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-89154
Key:

Data

{'content': 'to be a τριταγωνιστής'}